Τα Κόμανα ήταν θρησκευτικό κέντρο, που άκμασε ιδιαιτέρως κατά την περίοδο των Μιθριδατών Βασιλέων, ενώ διατήρησε τη θέση του και στο πλαίσιο τη Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Επιγραφές αναφέρουν τα Κόμανα ως ἱερὰ καὶ ἄσυλος, αντανακλώντας τα προνόμια που παραχωρήθηκαν κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια.
Το ιερό ήταν αφιερωμένο στη θεότητα Ενυώ – Μα, ενώ ανιχνεύεται επίσης η λατρεία της Αρτέμιδος, της Αφροδίτης και του Δία. Ο ιερέας των Κομάνων ήταν και διοικητής της πόλης και διαδέχονταν σε τιμή στο Βασίλειο του Πόντου τον Βασιλιά. Κατά τη διάρκεια της ετήσιας εορτής του ιερού, της εξόδου της θεάς, φορούσε ένα διάδημα, σύμβολο της εξουσίας του.
Τα Κόμανα ήταν ιδιαιτέρως φημισμένα κατά την αρχαιότητα. Εκτός από θρησκευτικό κέντρο, εξελίχθηκαν λόγω της σημαντικής γεωστρατηγικής τους θέσης σε σημαντικό κέντρο εμπορίου. Ιερόδουλες προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στη θεότητα και ιεροί δούλοι καλλιεργούσαν την εύφορη γη της Δαζιμωνίτιδος. Ο συνολικός αριθμός των αφιερωμένων στο τέμενος δούλων ανέρχονταν, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Στράβωνα, στις 6000.
Σύμφωνα με τον μύθο, ιδρυτής ήταν ο Ορέστης. Ο ήρωας αφού έφυγε από την Ταυρίδα ταξίδεψε για να ιδρύσει ένα νέο ιερό προς τιμή της θεάς Αρτέμιδος. Έτσι, ίδρυσε εδώ νέο ιερό. Επιπλέον, ο Ορέστης έκοψε την κόμη του και την αφιέρωσε στη θεά, από όπου προκύπτει και η ονομασία της πόλης.
Η θέση επισημάνθηκε από περιηγητές από τον 18ο αιώνα λόγω αρχιτεκτονικών λειψάνων του λόφου Χαμάμτεπε. Αυτό που οδήγησε ωστόσο στην ταύτιση της θέσης ήταν ο εντοπισμός επιγραφών, το κείμενο των οποίων αναφέρεται στο αρχαίο τέμενος.
Στα Κόμανα πραγματοποιείται συστηματική αρχαιολογική έρευνα από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μέσης Ανατολής της Άγκυρας από το 2004. Μέχρι στιγμής έχουν αποκαλυφθεί στρώματα, που χρονολογούνται στη Μέση Βυζαντινή και Οθωμανική περίοδο, ενώ έχουν εντοπισθεί και προγενέστερα ευρήματα. Ο χώρος περιβάλλεται από τείχος ενώ η σημαντικότερη έως σήμερα ανακάλυψη είναι μία εκκλησία της Μέσης Βυζαντινής περιόδου.



